Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

πινυμένην συνετήν

См. также в других словарях:

  • πέπνυμαι — Α 1. έχω πνοή ή ψυχή, ζω 2. έχω ακέραιες τις πνευματικές μου δυνάμεις, λειτουργεί το μυαλό μου 3. μτφ. α) (για πρόσ.) είμαι συνετός, φρόνιμος β) (για πράγματα) είμαι σωστός 4. (η μτχ. αρσ. ενεστ. ως ουσ.) oἱ πεπνυμένοι οι έμπειροι 5. φρ.… …   Dictionary of Greek

  • peu-2 —     peu 2     English meaning: to research, to understand     Deutsche Übersetzung: “erforschen, begreifen, verständig sein”     Material: Gk. νή πιος (*νη πF ιος) and νη πύ τιος “unverständig, kindisch”, πινυτός ‘smart”, πινυμένην συνετήν Hes.… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»